Στιγμές και πρόσωπα της μουσικής, γενικά... και της καλής Ελληνικής μουσικής, ειδικά...
Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2019
Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2019
Ο σπουδαίος Σέρβος μουσικός Γκόραν Μπρέγκοβιτς (Goran Bregović) έρχεται ξανά στην Αθήνα όπως πάντα με τη μπάντα του, The Wedding and Funeral Band και ένα σύνολο 10 εγχόρδων και χορωδών. Όπως ανακοινώθηκε, η συναυλία του την Τετάρτη 11 Δεκέμβρη, στο Christmas Theater, είναι sold out, οπότε προστέθηκε ακόμη μία ημερομηνία, την Τρίτη 10 Δεκέμβρη...
Σαν σήμερα... 19 Νοέμβρη 1828, πέθανε σε ηλικία 31 χρόνων, ο σπουδαίος Αυστριακός συνθέτης Φραντς Πέτερ Σούμπερτ (Franz Peter Schubert) (1797 - 1828)...
Ο Φραντς Σούμπερτ υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους μουσουργούς όλων των εποχών
και ίσως ο καλύτερος εκφραστής του ρομαντισμού στην μουσική. Η ποιότητα των έργων
του σε όλους τους τομείς, όπως συμφωνίες, μουσική για πιάνο, μουσική δωματίου και πά-
νω απ'όλα στην μορφή του ληντ (ρομαντικά τραγούδια) αγγίζει την τελειότητα και είναι
ακόμα πιο αξιοθαύμαστη αν αναλογισθεί κανείς ότι πέθανε σε ηλικία 31 μόλις ετών.
Ήταν εξαιρετικά παραγωγικός σε όλη τη διάρκεια της σύντομης ζωής του. Συνέθεσε έργα
όπως : 9 συμφωνίες, 15 κουαρτέτα εγχόρδων, το κουιντέτο εγχόρδων "Η πέστροφα", 2 τρίο
για πιάνο, περίπου 20 σονάτες για πιάνο, 6 μουσικές στιγμές για πιάνο, 8 Improptus για
πιάνο, Φαντασία σε ντο μείζονα "Ο Οδοιπόρος για πιάνο", πάνω από 600 λίντερ (Lieder),
με σημαντικότερους τους κύκλους "Η Ωραία Μυλωνού" και "Χειμωνιάτικο ταξίδι", 4 λει-
τουργίες, το ορατόριο "Λάζαρος" και 4 όπερες.
Το 1823, όταν εκδήλωσε κάποιο αφροδίσιο νόσημα. Συγκεκριμένα διαπιστώθηκε ότι πάσ-
χει από σύφιλη, ανίατη και θανατηφόρα ασθένεια εκείνη την εποχή. Αυτό το γεγονός του
δημιούργησε κατάθλιψη και τον επηρέασε σημαντικά. Πιθανολογείται ότι ακριβώς, αυτή
η άσχημη ψυχολογική του κατάσταση τον εμπόδισε να ολοκληρώσει την 8η συμφωνία του,
που έμεινε για πάντα γνωστή με το όνομα "Ημιτελής".
Τα χρόνια περνούσαν με εναλλαγές ανάμεσα στην επιτυχία και τις δυσκολίες ως το 1828,
όταν η ήδη κλονισμένη υγεία του επιδεινώθηκε από τυφοειδή πυρετό, που τον οδήγησε
τελικά στο θάνατο, στις 19 Νοέμβρη και σε ηλικία 31 ετών.
και ίσως ο καλύτερος εκφραστής του ρομαντισμού στην μουσική. Η ποιότητα των έργων
του σε όλους τους τομείς, όπως συμφωνίες, μουσική για πιάνο, μουσική δωματίου και πά-
νω απ'όλα στην μορφή του ληντ (ρομαντικά τραγούδια) αγγίζει την τελειότητα και είναι
ακόμα πιο αξιοθαύμαστη αν αναλογισθεί κανείς ότι πέθανε σε ηλικία 31 μόλις ετών.
Ήταν εξαιρετικά παραγωγικός σε όλη τη διάρκεια της σύντομης ζωής του. Συνέθεσε έργα
όπως : 9 συμφωνίες, 15 κουαρτέτα εγχόρδων, το κουιντέτο εγχόρδων "Η πέστροφα", 2 τρίο
για πιάνο, περίπου 20 σονάτες για πιάνο, 6 μουσικές στιγμές για πιάνο, 8 Improptus για
πιάνο, Φαντασία σε ντο μείζονα "Ο Οδοιπόρος για πιάνο", πάνω από 600 λίντερ (Lieder),
με σημαντικότερους τους κύκλους "Η Ωραία Μυλωνού" και "Χειμωνιάτικο ταξίδι", 4 λει-
τουργίες, το ορατόριο "Λάζαρος" και 4 όπερες.
Το 1823, όταν εκδήλωσε κάποιο αφροδίσιο νόσημα. Συγκεκριμένα διαπιστώθηκε ότι πάσ-
χει από σύφιλη, ανίατη και θανατηφόρα ασθένεια εκείνη την εποχή. Αυτό το γεγονός του
δημιούργησε κατάθλιψη και τον επηρέασε σημαντικά. Πιθανολογείται ότι ακριβώς, αυτή
η άσχημη ψυχολογική του κατάσταση τον εμπόδισε να ολοκληρώσει την 8η συμφωνία του,
που έμεινε για πάντα γνωστή με το όνομα "Ημιτελής".
Τα χρόνια περνούσαν με εναλλαγές ανάμεσα στην επιτυχία και τις δυσκολίες ως το 1828,
όταν η ήδη κλονισμένη υγεία του επιδεινώθηκε από τυφοειδή πυρετό, που τον οδήγησε
τελικά στο θάνατο, στις 19 Νοέμβρη και σε ηλικία 31 ετών.
Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2019
Σαν σήμερα... στις 18 Νοέμβρη 1985, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 82 χρόνων... ο Δημήτρης Γκόγκος ή Μπαγιαντέρας...
Υπήρξε σπουδαίος συνθέτης, τραγουδιστής και εξαιρετικός οργανοπαίκτης, ένας από
τους σπουδαιότερους ρεμπέτες.
Πολλά τα αγαπημένα του τραγούδια, με τα οποία μεγαλώσαμε και εξακολουθούμε και
σήμερα να ακούμε και να αγαπάμε. Κάποια από αυτά είναι : «Ζούσα μοναχός χωρίς
αγάπη», «Μέσα στης ζωής τα μονοπάτια», «Αποβραδίς ξεκίνησα», «Σαν μαγεμένο
το μυαλό μου φτερουγίζει», «Ξεκινάει μια ψαροπούλα», «H μικρή από το Πασαλιμάνι»,
«Το τραγούδι της αγάπης»,«Ξαβεργιώτισσα», «Πειραιωτοπούλα», «Παρηγοριά ζητού-
σα κάθε βράδυ», «Αλάνι με φωνάζουν», «To μαναβάκι», «Θα κλέψω μια μελαχρινή»,
«Γυρνώ σαν νυχτερίδα», «Πάντα με γλυκό χασίσι», «Για μια κουτσουκαριώτισσα»,
«Μάτια γλυκά και γαλανά», «Μ' έχεις μαγεμένο», «Να' ναι γλυκό το βόλι», τραγούδι
για τον καπετάνιο Άρη, «Στη σκλαβωμένη Ελλάδα μας», τραγούδι για τον ΕΛΑΣ κλπ.
Το 1941, μέσα στην κατοχή, έχασε το φως του, λόγω αβιταμίνωσης.
Το παρατσούκλι «Μπαγιαντέρας», το πήρε το 1925 όταν διασκεύασε και έπαιξε στο
μπουζούκι του κάποια κομμάτια από την οπερέτα του Ούγγρου συνθέτη Έμεριχ Κάλμαν
"Η Μπαγιαντέρα".
Είχα την τύχη και τη χαρά να τον γνωρίζω προσωπικά όταν ήμουν έφηβος, στη Δραπετ-
σώνα, και δεν θα ξεχάσω ποτέ τη γλυκύτητα και την ανθρωπιά του, αλλά και το πάθος
του για το μπουζούκι... Εκτός βέβαια από μπουζούκι, έπαιζε εξαιρετικά μαντολίνο, κιθά-
ρα και βιολί.
Δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ "Κύριε" Μήτσο... όπως σε έλεγα τότε... ούτε φυσικά και τα
αγαπημένα σου τραγούδια...
Ο Δημήτρης Γκόγκος δουλευτής και ο ίδιος για χρόνια στο λιμάνι του Πειραιά, ζυμωμέ-
νος και ταυτισμένος με την εργατική τάξη, έδειξε από πολύ νωρίς έντονο πολιτικό ενδια-
φέρον. Έτσι λίγο πριν από τον πόλεμο έγινε μέλος του ΚΚΕ και έμεινε πιστός στα ιδανικά
του μέχρι το τέλος.
Κοσμάς Λεοντιάδης
τους σπουδαιότερους ρεμπέτες.
Πολλά τα αγαπημένα του τραγούδια, με τα οποία μεγαλώσαμε και εξακολουθούμε και
σήμερα να ακούμε και να αγαπάμε. Κάποια από αυτά είναι : «Ζούσα μοναχός χωρίς
αγάπη», «Μέσα στης ζωής τα μονοπάτια», «Αποβραδίς ξεκίνησα», «Σαν μαγεμένο
το μυαλό μου φτερουγίζει», «Ξεκινάει μια ψαροπούλα», «H μικρή από το Πασαλιμάνι»,
«Το τραγούδι της αγάπης»,«Ξαβεργιώτισσα», «Πειραιωτοπούλα», «Παρηγοριά ζητού-
σα κάθε βράδυ», «Αλάνι με φωνάζουν», «To μαναβάκι», «Θα κλέψω μια μελαχρινή»,
«Γυρνώ σαν νυχτερίδα», «Πάντα με γλυκό χασίσι», «Για μια κουτσουκαριώτισσα»,
«Μάτια γλυκά και γαλανά», «Μ' έχεις μαγεμένο», «Να' ναι γλυκό το βόλι», τραγούδι
για τον καπετάνιο Άρη, «Στη σκλαβωμένη Ελλάδα μας», τραγούδι για τον ΕΛΑΣ κλπ.
Το 1941, μέσα στην κατοχή, έχασε το φως του, λόγω αβιταμίνωσης.
Το παρατσούκλι «Μπαγιαντέρας», το πήρε το 1925 όταν διασκεύασε και έπαιξε στο
μπουζούκι του κάποια κομμάτια από την οπερέτα του Ούγγρου συνθέτη Έμεριχ Κάλμαν
"Η Μπαγιαντέρα".
Είχα την τύχη και τη χαρά να τον γνωρίζω προσωπικά όταν ήμουν έφηβος, στη Δραπετ-
σώνα, και δεν θα ξεχάσω ποτέ τη γλυκύτητα και την ανθρωπιά του, αλλά και το πάθος
του για το μπουζούκι... Εκτός βέβαια από μπουζούκι, έπαιζε εξαιρετικά μαντολίνο, κιθά-
ρα και βιολί.
Δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ "Κύριε" Μήτσο... όπως σε έλεγα τότε... ούτε φυσικά και τα
αγαπημένα σου τραγούδια...
Ο Δημήτρης Γκόγκος δουλευτής και ο ίδιος για χρόνια στο λιμάνι του Πειραιά, ζυμωμέ-
νος και ταυτισμένος με την εργατική τάξη, έδειξε από πολύ νωρίς έντονο πολιτικό ενδια-
φέρον. Έτσι λίγο πριν από τον πόλεμο έγινε μέλος του ΚΚΕ και έμεινε πιστός στα ιδανικά
του μέχρι το τέλος.
Κοσμάς Λεοντιάδης
Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2019
Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2019
Σαν σήμερα... 16 Νοέμβρη 1971, έφυγε από τη ζωή ο σπουδαίος τραγουδιστής του ρεμπέτικου Στράτος Παγιουμτζής (Τεμπέλης)...
Γεννήθηκε στο Αϊβαλί της Μικράς Ασίας το 1904. Ήλθε στην Ελλάδα πριν από τη
Μικρασιατική Καταστροφή και εγκαταστάθηκε στον Πειραιά. Από παιδί μπήκε στο
μεροκάματο, αλλά το μεγάλο πάθος του ήταν το τραγούδι. Γρήγορα γνωρίστηκε με
την πειραιώτικη παρέα του ρεμπέτικου. Μαζί με τους Μάρκο Βαμβακάρη, Ανέστη
Δελιά και Γιώργο Μπάτη έφτιαξαν την πρώτη αμιγώς λαϊκή ορχήστρα. Ήταν γνωστή
ως «Τετράς του Πειραιώς», στην καθαρευουσιάνικη εκδοχή του Μπάτη.
Το 1934 η κομπανία πρωτοεμφανίζεται στη μάντρα του Σαραντόπουλου, στην Ανάσ-
ταση του Πειραιά και γνωρίζει πολύ μεγάλη επιτυχία. Στην κομπανία τραγουδούν όλοι,
όμως ο Στράτος είναι ο βασικός τραγουδιστής. Την ίδια χρονιά, ο Μάρκος ετοιμάζεται
να ηχογραφήσει τον πρώτο του δίσκο. Ο Μάρκος πηγαίνει στην εταιρία για να παίξει
τα τραγούδια του, αλλά όχι και να τα τραγουδήσει, καθώς η κομπανία είχε βασικό
τραγουδιστή τον Στράτο και ο ίδιος δεν πίστευε στις φωνητικές του ικανότητες.
Όμως, ο Σπύρος Περιστέρης, ο μαέστρος της εταιρίας, επιμένει να είναι ο Μάρκος
ο ερμηνευτής των τραγουδιών του. Έτσι, δημιουργείται το εξής παράδοξο: Στο λαϊκό
πάλκο τα τραγούδια του Μάρκου να ερμηνεύονται από το Στράτο και στη δισκογραφία
από τον Μάρκο.
Την ίδια περίοδο εμφανίζεται στη δισκογραφία και ο Γιώργος Μπάτης. Ηχογραφεί
πρώ-τα το τραγούδι «Μπάτης ο δερβίσης» και ετοιμάζεται να ηχογραφήσει το
«Ζεϊμπεκάνο σπανιόλο». Η κομπανία προβάρει το τραγούδι, ο Μπάτης όμως δεν
μπορεί να τραγουδήσει κι έτσι ηχογραφείται με τη φωνή του Στράτου. Ακολουθούν
τα τραγούδια «Οι σφουγγαράδες» και «Μάγκες καραβοτσακισμένοι» και το 1936
ο Στράτος ερμηνεύει τραγούδια και του τέταρτου της παρέας, του Ανέστη Δελιά
(«Μάγκες πιάστε τα βουνά», «Τον άντρα σου και μένα» κ.ά.).
Στα πρώτα χρόνια της δισκογραφικής παρουσίας των Πειραιωτών ο Στράτος συμμετέχει
στις περισσότερες ηχογραφήσεις, ακόμα κι όταν δεν τραγουδάει. Σε πολλά απ' τα πρώτα
τραγούδια του Μάρκου παίζει μπαγλαμά ή ποτηράκια, ενώ δεκάδες είναι οι δίσκοι όπου
η φωνή του χαιρετίζει τους συμμετέχοντες στην ηχογράφηση («Γεια σου Μάρκο με τις
ζωντανές σου τις πενιές σου», «Γεια σου Σπύρο μου με το μπουζουκάκι σου»). Καμιά
φορά χαιρετίζει και τον εαυτό του! («Γεια σου και σένα ρε Στράτο με τον τζουρά σου!»).
Στα μέσα της δεκαετίας του '30 η φωνή του Στράτου Παγιουμτζή είναι ήδη μύθος. Από
τότε αναφέρεται μόνο με το μικρό του όνομα, ακόμα και σε ετικέτες δίσκων. Το 1935 τον
χρησιμοποιεί ως ερμηνευτή ο Βαγγέλης Παπάζογλου («Σαν εγύριζα απ' την Πύλο») και
από το 1937 και άλλοι μεγάλοι Μικρασιάτες δημιουργοί: Ο Παναγιώτης Τούντας
(«Περσεφόνη μου γλυκιά», «Είν' ευτυχής ο άνθρωπος» κ.ά.), ο Κώστας Σκαρβέλης
(«Σε γελάσανε», «Ο κόσμος πλούτη λαχταρά» κ.ά.) και ο Σπύρος Περιστέρης («Θαλασ-
σινό μεράκι», «Για σένα μαυρομάτα μου» κ.ά.).
Το 1938 ο Στράτος θα τραγουδήσει Μανώλη Χιώτη («Δε λες το ναι και συ») και μερικά
απ' τα καλύτερα τραγούδια του Μπαγιαντέρα («Γυρνώ σαν Νυχτερίδα», «Χατζηκυριά-
κειο»). Με τον Τσιτσάνη είχε γνωριστεί μερικούς μήνες νωρίτερα και μαζί του θα ξεκι-
νήσει μια πολύχρονη συνεργασία. Δεκάδες πασίγνωστα τραγούδια του Τσιτσάνη πρωτοη-
χογραφήθηκαν με τη φωνή του Στράτου Παγιουμτζή, κάτι που δεν είναι καθόλου άσχετο
με την επιτυχία τους.
Μετά την Κατοχή, ο Στράτος συνεχίζει τη συνεργασία του με τους παλιότερους λαϊκούς
δημιουργούς (Μάρκο, Τσιτσάνη, Χιώτη κλπ.) και με νέους, όπως ο Απόστολος Καλδάρας
(«Πάνω σ' ένα βράχο») και ο Γιώργος Μητσάκης («Μάγκας βγήκε για σεργιάνι»).
Θα συνεχίσει στη δισκογραφία ως τα μέσα της δεκαετίας του '50, οπότε με την άνθηση
του αρχοντορεμπέτικου η καριέρα του θα πάρει την κατιούσα.
Στις αρχές της δεκαετίας του '60 ο Ζαμπέτας τον ξαναφέρνει στο προσκήνιο, εκμεταλλευό-
μενος τη μεγάλη του επιρροή στις εταιρίες. Ο Στράτος ηχογραφεί προπολεμικά ρεμπέτικα
του Χατζηχρήστου, του Τσιτσάνη και άλλων δημιουργών, τον περίφημο αμανέ «Μινόρε
του Στράτου» και τον ύμνο του Ολυμπιακού «Ολυμπιακέ μεγάλε, Ολυμπιακέ τρανέ»
(«Ολυμπιακέ μεγάλε, Ολυμπιακέ τρανέ / που εσάρωσες τη Σάντος, την ομάδα του Πελέ).
Εκτός απ' τη δισκογραφία, ο Στράτος επανέρχεται στα λαϊκά πάλκα, όπου δούλευε
ασταμάτητα απ' το 1934 έως το 1955.
Τον Οκτώβρη του 1971 καταφέρνει να βγάλει διαβατήριο (το 1937 είχε συλληφθεί για
χρήση χασίς και πήγε εξορία με αποτέλεσμα να μην του εκδόσουν ποτέ διαβατήριο) και
να πάει στη Νέα Υόρκη. Δούλεψε στη «Σπηλιά», όπου αποθεωνόταν απ' τους ομογενείς.
Στις 16 Νοεμβρίου 1971 «έσβησε» πάνω στο πάλκο, σε ηλικία 67 ετών.
*Πηγή : Βικιπαίδεια
Μικρασιατική Καταστροφή και εγκαταστάθηκε στον Πειραιά. Από παιδί μπήκε στο
μεροκάματο, αλλά το μεγάλο πάθος του ήταν το τραγούδι. Γρήγορα γνωρίστηκε με
την πειραιώτικη παρέα του ρεμπέτικου. Μαζί με τους Μάρκο Βαμβακάρη, Ανέστη
Δελιά και Γιώργο Μπάτη έφτιαξαν την πρώτη αμιγώς λαϊκή ορχήστρα. Ήταν γνωστή
ως «Τετράς του Πειραιώς», στην καθαρευουσιάνικη εκδοχή του Μπάτη.
Το 1934 η κομπανία πρωτοεμφανίζεται στη μάντρα του Σαραντόπουλου, στην Ανάσ-
ταση του Πειραιά και γνωρίζει πολύ μεγάλη επιτυχία. Στην κομπανία τραγουδούν όλοι,
όμως ο Στράτος είναι ο βασικός τραγουδιστής. Την ίδια χρονιά, ο Μάρκος ετοιμάζεται
να ηχογραφήσει τον πρώτο του δίσκο. Ο Μάρκος πηγαίνει στην εταιρία για να παίξει
τα τραγούδια του, αλλά όχι και να τα τραγουδήσει, καθώς η κομπανία είχε βασικό
τραγουδιστή τον Στράτο και ο ίδιος δεν πίστευε στις φωνητικές του ικανότητες.
Όμως, ο Σπύρος Περιστέρης, ο μαέστρος της εταιρίας, επιμένει να είναι ο Μάρκος
ο ερμηνευτής των τραγουδιών του. Έτσι, δημιουργείται το εξής παράδοξο: Στο λαϊκό
πάλκο τα τραγούδια του Μάρκου να ερμηνεύονται από το Στράτο και στη δισκογραφία
από τον Μάρκο.
Την ίδια περίοδο εμφανίζεται στη δισκογραφία και ο Γιώργος Μπάτης. Ηχογραφεί
πρώ-τα το τραγούδι «Μπάτης ο δερβίσης» και ετοιμάζεται να ηχογραφήσει το
«Ζεϊμπεκάνο σπανιόλο». Η κομπανία προβάρει το τραγούδι, ο Μπάτης όμως δεν
μπορεί να τραγουδήσει κι έτσι ηχογραφείται με τη φωνή του Στράτου. Ακολουθούν
τα τραγούδια «Οι σφουγγαράδες» και «Μάγκες καραβοτσακισμένοι» και το 1936
ο Στράτος ερμηνεύει τραγούδια και του τέταρτου της παρέας, του Ανέστη Δελιά
(«Μάγκες πιάστε τα βουνά», «Τον άντρα σου και μένα» κ.ά.).
Στα πρώτα χρόνια της δισκογραφικής παρουσίας των Πειραιωτών ο Στράτος συμμετέχει
στις περισσότερες ηχογραφήσεις, ακόμα κι όταν δεν τραγουδάει. Σε πολλά απ' τα πρώτα
τραγούδια του Μάρκου παίζει μπαγλαμά ή ποτηράκια, ενώ δεκάδες είναι οι δίσκοι όπου
η φωνή του χαιρετίζει τους συμμετέχοντες στην ηχογράφηση («Γεια σου Μάρκο με τις
ζωντανές σου τις πενιές σου», «Γεια σου Σπύρο μου με το μπουζουκάκι σου»). Καμιά
φορά χαιρετίζει και τον εαυτό του! («Γεια σου και σένα ρε Στράτο με τον τζουρά σου!»).
Στα μέσα της δεκαετίας του '30 η φωνή του Στράτου Παγιουμτζή είναι ήδη μύθος. Από
τότε αναφέρεται μόνο με το μικρό του όνομα, ακόμα και σε ετικέτες δίσκων. Το 1935 τον
χρησιμοποιεί ως ερμηνευτή ο Βαγγέλης Παπάζογλου («Σαν εγύριζα απ' την Πύλο») και
από το 1937 και άλλοι μεγάλοι Μικρασιάτες δημιουργοί: Ο Παναγιώτης Τούντας
(«Περσεφόνη μου γλυκιά», «Είν' ευτυχής ο άνθρωπος» κ.ά.), ο Κώστας Σκαρβέλης
(«Σε γελάσανε», «Ο κόσμος πλούτη λαχταρά» κ.ά.) και ο Σπύρος Περιστέρης («Θαλασ-
σινό μεράκι», «Για σένα μαυρομάτα μου» κ.ά.).
Το 1938 ο Στράτος θα τραγουδήσει Μανώλη Χιώτη («Δε λες το ναι και συ») και μερικά
απ' τα καλύτερα τραγούδια του Μπαγιαντέρα («Γυρνώ σαν Νυχτερίδα», «Χατζηκυριά-
κειο»). Με τον Τσιτσάνη είχε γνωριστεί μερικούς μήνες νωρίτερα και μαζί του θα ξεκι-
νήσει μια πολύχρονη συνεργασία. Δεκάδες πασίγνωστα τραγούδια του Τσιτσάνη πρωτοη-
χογραφήθηκαν με τη φωνή του Στράτου Παγιουμτζή, κάτι που δεν είναι καθόλου άσχετο
με την επιτυχία τους.
Μετά την Κατοχή, ο Στράτος συνεχίζει τη συνεργασία του με τους παλιότερους λαϊκούς
δημιουργούς (Μάρκο, Τσιτσάνη, Χιώτη κλπ.) και με νέους, όπως ο Απόστολος Καλδάρας
(«Πάνω σ' ένα βράχο») και ο Γιώργος Μητσάκης («Μάγκας βγήκε για σεργιάνι»).
Θα συνεχίσει στη δισκογραφία ως τα μέσα της δεκαετίας του '50, οπότε με την άνθηση
του αρχοντορεμπέτικου η καριέρα του θα πάρει την κατιούσα.
Στις αρχές της δεκαετίας του '60 ο Ζαμπέτας τον ξαναφέρνει στο προσκήνιο, εκμεταλλευό-
μενος τη μεγάλη του επιρροή στις εταιρίες. Ο Στράτος ηχογραφεί προπολεμικά ρεμπέτικα
του Χατζηχρήστου, του Τσιτσάνη και άλλων δημιουργών, τον περίφημο αμανέ «Μινόρε
του Στράτου» και τον ύμνο του Ολυμπιακού «Ολυμπιακέ μεγάλε, Ολυμπιακέ τρανέ»
(«Ολυμπιακέ μεγάλε, Ολυμπιακέ τρανέ / που εσάρωσες τη Σάντος, την ομάδα του Πελέ).
Εκτός απ' τη δισκογραφία, ο Στράτος επανέρχεται στα λαϊκά πάλκα, όπου δούλευε
ασταμάτητα απ' το 1934 έως το 1955.
Τον Οκτώβρη του 1971 καταφέρνει να βγάλει διαβατήριο (το 1937 είχε συλληφθεί για
χρήση χασίς και πήγε εξορία με αποτέλεσμα να μην του εκδόσουν ποτέ διαβατήριο) και
να πάει στη Νέα Υόρκη. Δούλεψε στη «Σπηλιά», όπου αποθεωνόταν απ' τους ομογενείς.
Στις 16 Νοεμβρίου 1971 «έσβησε» πάνω στο πάλκο, σε ηλικία 67 ετών.
*Πηγή : Βικιπαίδεια
Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2019
Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2019
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)