Στιγμές και πρόσωπα της μουσικής, γενικά... και της καλής Ελληνικής μουσικής, ειδικά...
Τρίτη 14 Ιανουαρίου 2020
Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2020
Στέλιος Καζαντζίδης... Ένας τεράστιος, ένας μοναδικός λαϊκός ερμηνευτής...
Ο Στέλιος Καζαντζίδης υπήρξε ένας από τους λίγους τραγουδιστές, που κέρδισαν αδιαφι-
λονίκητα τον τίτλο του λαϊκού ερμηνευτή, αγαπήθηκε φανατικά, μπήκε στις καρδιές και
στα σπίτια των ανθρώπων, τραγουδήθηκε όσο λίγοι και χάρισε το αίσθημα της οικειότητας
σε όσους ένιωσαν ότι τραγουδά για εκείνους.
Με τη μοναδική υφή της φωνής του κατάφερε να εκφράσει τις αγωνίες, τους φόβους, αλλά
και τις ελπίδες μιας ολόκληρης γενιάς ανθρώπων, για τους οποίους η επιβίωση δεν ήταν και
τόσο αυτονόητη. Οικονομικά και κοινωνικά αποκλεισμένοι, πρόσφυγες, εργάτες, όλοι αγω-
νιστές της καθημερινότητας αναζητούσαν στα τραγούδια του παρηγοριά για τις δυσκολίες
που αντιμετώπιζαν καθημερινά. Και το κοινό του, βέβαια, δεν σταματούσε μόνο σε αυτούς.
Γεννήθηκε στις 29 Αυγούστου 1931 στη Νέα Ιωνία. Η μητέρα του ήταν πρόσφυγας από τη
Μικρά Ασία. Από αυτή άκουγε ως παιδί τα λαϊκά τραγούδια που έφεραν οι πρόσφυγες και
από τη γιαγιά του -όπως έλεγε ο ίδιος- πήρε τις τεχνικές, τις αναπνοές, το κλάμα στη φωνή.
Ως τη στιγμή που τον ανέλαβε ο μεγάλος δάσκαλος, ο τυφλός συνθέτης Στέλιος Χρυσίνης.
Μεγαλώνοντας, δούλεψε σ’ ένα εργοστάσιο στη Νέα Ιωνία. Μία μέρα, τον φωνάζει το
αφεντικό του και του λέει ότι έχει καταπληκτική φωνή και του κάνει δώρο μία κιθάρα.
Ο Στέλιος, όσε ώρες δεν δούλευε, καθόταν στο σπίτι και προσπαθούσε να μάθει τραγούδια
στην κιθάρα. Μια μέρα, κάποιος περαστικός τον άκουσε και του πρότεινε να τραγουδήσει
στην ταβέρνα του. Έτσι, έγινε η αρχή…
Το 1950 εμφανίστηκε για πρώτη φορά επαγγελματικά στην Κηφισιά. Δύο χρόνια αργότερα
έκανε και την πρώτη ηχογράφησή του στην Columbia, με το τραγούδι του Απόστολου
Καλδάρα «Για μπάνιο πας», που όμως δεν πούλησε. Το δεύτερο τραγούδι, «Οι βαλίτσες»
του Γιάννη Παπαϊωάννου, έγινε μεγάλη επιτυχία.
Από εκεί και πέρα ξεκίνησε μία σειρά επιτυχιών και συνεχής άνοδος, με εμφανίσεις σε
γνωστά λαϊκά κέντρα της εποχής. Τότε έρχεται και η γνωριμία, ο αρραβώνας, αλλά και η
συνεργασία με την Καίτη Γκρέυ, ως το καλοκαίρι του 1957. Σουξέ της εποχής, το «Απόψε
φίλα με» του Μανόλη Χιώτη, ένα ντουέτο του Στέλιου Καζαντζίδη με την Καίτη Γκρέυ.
Μετά από αυτό χώρισαν.
Η επόμενη οκταετία (1957 - 1965) είναι ίσως η πιο γόνιμη και δημιουργική περίοδος για τον
Στέλιο Καζαντζίδη. Η γνωριμία του με τη Μαρινέλλα στη Θεσσαλονίκη εξελίχθηκε σε μια
λαμπρή συνεργασία. Μαζί έκαναν μεγάλες επιτυχίες με κορυφαίους συνθέτες και στιχουρ-
γούς (Τσιτσάνης, Παπαϊωάννου, Χιώτης, Καλδάρας, Παπαγιαννοπούλου, Βίρβος, Νικολό-
πουλος, Θεοδωράκης, Χατζιδάκις, Λεοντής, Ξαρχάκος, Λοΐζος, Μαρκόπουλος κ.ά.) και
εμφανίστηκαν στα μεγαλύτερα λαϊκά κέντρα.
Το Μάη του 1966 αποφάσισαν να ενωθούν και στη ζωή. Ο γάμος τους μπορεί να μην άντεξε
στο χρόνο, αλλά έμειναν για πάντα φίλοι. Έπειτα από χρόνια, ο Καζαντζίδης γνώρισε και
παντρεύτηκε την κυρα-Βάσω, την οποία ο χαρακτήριζε ως «θησαυρό».
Τo 1965 κι ενώ βρισκόταν στο απόγειο της καριέρας του, αποφάσισε να εγκαταλείψει τα
νυχτερινά κέντρα. Τήρησε την επιλογή του αυτή ως το τέλος της ζωής του και η μόνη επα-
φή με το κοινό ήταν μέσω των δίσκων του. Για κάποιο διάστημα και αυτή η επικοινωνία
διακόπηκε, λόγω προβλημάτων που είχε με τη δισκογραφική εταιρεία «Μίνως».
Στη δισκογραφία επανήλθε, έπειτα από 12 χρόνια απουσίας, το 1987, συνεργαζόμενος με
τους Τάκη Σούκα, Λευτέρη Χαψιάδη, Θανάση Πολυκανδριώτη, Θοδωρή Καμπουρίδη, Μά-
κη Ερημίτη, Αντώνη Βαρδή, Σώτια Τσώτου και άλλους άξιους δημιουργούς. Το κύκνειο
άσμα του ήταν ο δίσκος «Έρχονται χρόνια δύσκολα».
Πέθανε στις 14 Σεπτεμβρίου 2001, σε ηλικία 70 ετών, έπειτα από πολύχρονη μάχη με τον
καρκίνο.
Πηγές : sansimera.gr, etsimagazin.com, Βικιπαίδεια
λονίκητα τον τίτλο του λαϊκού ερμηνευτή, αγαπήθηκε φανατικά, μπήκε στις καρδιές και
στα σπίτια των ανθρώπων, τραγουδήθηκε όσο λίγοι και χάρισε το αίσθημα της οικειότητας
σε όσους ένιωσαν ότι τραγουδά για εκείνους.
Με τη μοναδική υφή της φωνής του κατάφερε να εκφράσει τις αγωνίες, τους φόβους, αλλά
και τις ελπίδες μιας ολόκληρης γενιάς ανθρώπων, για τους οποίους η επιβίωση δεν ήταν και
τόσο αυτονόητη. Οικονομικά και κοινωνικά αποκλεισμένοι, πρόσφυγες, εργάτες, όλοι αγω-
νιστές της καθημερινότητας αναζητούσαν στα τραγούδια του παρηγοριά για τις δυσκολίες
που αντιμετώπιζαν καθημερινά. Και το κοινό του, βέβαια, δεν σταματούσε μόνο σε αυτούς.
Γεννήθηκε στις 29 Αυγούστου 1931 στη Νέα Ιωνία. Η μητέρα του ήταν πρόσφυγας από τη
Μικρά Ασία. Από αυτή άκουγε ως παιδί τα λαϊκά τραγούδια που έφεραν οι πρόσφυγες και
από τη γιαγιά του -όπως έλεγε ο ίδιος- πήρε τις τεχνικές, τις αναπνοές, το κλάμα στη φωνή.
Ως τη στιγμή που τον ανέλαβε ο μεγάλος δάσκαλος, ο τυφλός συνθέτης Στέλιος Χρυσίνης.
Μεγαλώνοντας, δούλεψε σ’ ένα εργοστάσιο στη Νέα Ιωνία. Μία μέρα, τον φωνάζει το
αφεντικό του και του λέει ότι έχει καταπληκτική φωνή και του κάνει δώρο μία κιθάρα.
Ο Στέλιος, όσε ώρες δεν δούλευε, καθόταν στο σπίτι και προσπαθούσε να μάθει τραγούδια
στην κιθάρα. Μια μέρα, κάποιος περαστικός τον άκουσε και του πρότεινε να τραγουδήσει
στην ταβέρνα του. Έτσι, έγινε η αρχή…
Το 1950 εμφανίστηκε για πρώτη φορά επαγγελματικά στην Κηφισιά. Δύο χρόνια αργότερα
έκανε και την πρώτη ηχογράφησή του στην Columbia, με το τραγούδι του Απόστολου
Καλδάρα «Για μπάνιο πας», που όμως δεν πούλησε. Το δεύτερο τραγούδι, «Οι βαλίτσες»
του Γιάννη Παπαϊωάννου, έγινε μεγάλη επιτυχία.
Από εκεί και πέρα ξεκίνησε μία σειρά επιτυχιών και συνεχής άνοδος, με εμφανίσεις σε
γνωστά λαϊκά κέντρα της εποχής. Τότε έρχεται και η γνωριμία, ο αρραβώνας, αλλά και η
συνεργασία με την Καίτη Γκρέυ, ως το καλοκαίρι του 1957. Σουξέ της εποχής, το «Απόψε
φίλα με» του Μανόλη Χιώτη, ένα ντουέτο του Στέλιου Καζαντζίδη με την Καίτη Γκρέυ.
Μετά από αυτό χώρισαν.
Η επόμενη οκταετία (1957 - 1965) είναι ίσως η πιο γόνιμη και δημιουργική περίοδος για τον
Στέλιο Καζαντζίδη. Η γνωριμία του με τη Μαρινέλλα στη Θεσσαλονίκη εξελίχθηκε σε μια
λαμπρή συνεργασία. Μαζί έκαναν μεγάλες επιτυχίες με κορυφαίους συνθέτες και στιχουρ-
γούς (Τσιτσάνης, Παπαϊωάννου, Χιώτης, Καλδάρας, Παπαγιαννοπούλου, Βίρβος, Νικολό-
πουλος, Θεοδωράκης, Χατζιδάκις, Λεοντής, Ξαρχάκος, Λοΐζος, Μαρκόπουλος κ.ά.) και
εμφανίστηκαν στα μεγαλύτερα λαϊκά κέντρα.
Το Μάη του 1966 αποφάσισαν να ενωθούν και στη ζωή. Ο γάμος τους μπορεί να μην άντεξε
στο χρόνο, αλλά έμειναν για πάντα φίλοι. Έπειτα από χρόνια, ο Καζαντζίδης γνώρισε και
παντρεύτηκε την κυρα-Βάσω, την οποία ο χαρακτήριζε ως «θησαυρό».
Τo 1965 κι ενώ βρισκόταν στο απόγειο της καριέρας του, αποφάσισε να εγκαταλείψει τα
νυχτερινά κέντρα. Τήρησε την επιλογή του αυτή ως το τέλος της ζωής του και η μόνη επα-
φή με το κοινό ήταν μέσω των δίσκων του. Για κάποιο διάστημα και αυτή η επικοινωνία
διακόπηκε, λόγω προβλημάτων που είχε με τη δισκογραφική εταιρεία «Μίνως».
Στη δισκογραφία επανήλθε, έπειτα από 12 χρόνια απουσίας, το 1987, συνεργαζόμενος με
τους Τάκη Σούκα, Λευτέρη Χαψιάδη, Θανάση Πολυκανδριώτη, Θοδωρή Καμπουρίδη, Μά-
κη Ερημίτη, Αντώνη Βαρδή, Σώτια Τσώτου και άλλους άξιους δημιουργούς. Το κύκνειο
άσμα του ήταν ο δίσκος «Έρχονται χρόνια δύσκολα».
Πέθανε στις 14 Σεπτεμβρίου 2001, σε ηλικία 70 ετών, έπειτα από πολύχρονη μάχη με τον
καρκίνο.
Πηγές : sansimera.gr, etsimagazin.com, Βικιπαίδεια
Σαν σήμερα... 13 Γενάρη 1950, έφυγε από τη ζωή ο Δημήτρης Σέμσης ή Σαλονικιός (1883 - 1950), ένας σπουδαίος βιρτουόζος του βιολιού και εξαίρετος συνθέτης του σμυρναίικου και ρεμπέτικου τραγουδιού. Για πολλούς ειδικούς, ο Δημήτρης Σέμσης υπήρξε ο κορυφαίος βιολιστής των Βαλκανίων και ένας από τους καλύτερους στην Ευρώπη...
Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2020
Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2020
Kuro Siwo... Ποίημα του Νίκου Καββαδία, από την ποιητική συλλογή "Πούσι"...
Πρώτο ταξίδι έτυχε ναύλος για το Νότο,
δύσκολες βάρδιες, κακός ύπνος και μαλάρια.
Είναι παράξενα της Ίντιας τα φανάρια
και δεν τα βλέπεις, καθώς λένε με το πρώτο.
Πέρ' απ' τη γέφυρα του Αδάμ, στη Νότιο Κίνα,
χιλιάδες παραλάβαινες τσουβάλια σόγια.
Μα ούτε στιγμή δεν ελησμόνησες τα λόγια
που σου 'πανε μια κούφια ώρα στην Αθήνα
Στα νύχια μπαίνει το κατράμι και τ' ανάβει,
χρόνια στα ρούχα το ψαρόλαδο μυρίζει,
κι ο λόγος της μες' το μυαλό σου να σφυρίζει,
"ο μπούσουλας είναι που στρέφει ή το καράβι; "
Νωρίς μπατάρισε ο καιρός κ' έχει χαλάσει.
Σκατζάρισες, μα σε κρατά λύπη μεγάλη.
Απόψε ψόφησαν οι δυο μου παπαγάλοι
κι ο πίθηκος που 'χα με κούραση γυμνάσει.
Η λαμαρίνα! ...η λαμαρίνα όλα τα σβήνει.
Μας έσφιξε το kuro siwo σαν μια ζώνη
κ' συ κοιτάς ακόμη πάνω απ΄το τιμόνι,
πως παίζει ο μπούσουλας καρτίνι με καρτίνι.
δύσκολες βάρδιες, κακός ύπνος και μαλάρια.
Είναι παράξενα της Ίντιας τα φανάρια
και δεν τα βλέπεις, καθώς λένε με το πρώτο.
Πέρ' απ' τη γέφυρα του Αδάμ, στη Νότιο Κίνα,
χιλιάδες παραλάβαινες τσουβάλια σόγια.
Μα ούτε στιγμή δεν ελησμόνησες τα λόγια
που σου 'πανε μια κούφια ώρα στην Αθήνα
Στα νύχια μπαίνει το κατράμι και τ' ανάβει,
χρόνια στα ρούχα το ψαρόλαδο μυρίζει,
κι ο λόγος της μες' το μυαλό σου να σφυρίζει,
"ο μπούσουλας είναι που στρέφει ή το καράβι; "
Νωρίς μπατάρισε ο καιρός κ' έχει χαλάσει.
Σκατζάρισες, μα σε κρατά λύπη μεγάλη.
Απόψε ψόφησαν οι δυο μου παπαγάλοι
κι ο πίθηκος που 'χα με κούραση γυμνάσει.
Η λαμαρίνα! ...η λαμαρίνα όλα τα σβήνει.
Μας έσφιξε το kuro siwo σαν μια ζώνη
κ' συ κοιτάς ακόμη πάνω απ΄το τιμόνι,
πως παίζει ο μπούσουλας καρτίνι με καρτίνι.
Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2020
Τρομπέτα...
Η τρομπέτα είναι αερόφωνο μουσικό όργανο με μεταλλικό επιστόμιο σε σχήμα κούπας,
που ανήκει στην οικογένεια των χάλκινων πνευστών.
Στην αρχική μορφή της, ως σάλπιγγα, από τους αρχαίους Έλληνες, ήταν γνωστή στους
Αιγυπτίους, στους Εβραίους και τους Ρωμαίους, φτιαγμένη αρχικά από ξύλο, αργότερα
από μέταλλο (μπρούντζο, ασήμι) και τέλος (όπως και σήμερα) από χαλκό. Αποτελούνταν
από ένα μακρύ σωλήνα σε διάφορα μήκη που από το τέλος του 1ου μ.Χ. αιώνα και μετά
φάρδυνε, καταλήγοντας σε μια μετρίου μεγέθους καμπάνα.
Καθώς παρέμενε η αδυναμία του οργάνου να παράγει όλες τις νότες της κλίμακας, από
τα τέλη του 18ου αιώνα επιχειρήθηκε η εισαγωγή μηχανισμού που θα βοηθούσε στην
παραγωγή όλων των φθόγγων. Στις αρχές του 19ου αιώνα εισήχθησαν τα έμβολα, στην
αρχή δύο, έπειτα τρία και τέσσερα, που επέτρεψαν την εκτέλεση όλων των χρωματικών
ήχων μιας κλίμακας. Από εκεί και ύστερα, ονομάζεται τρομπέτα με έμβολα, σε διάκριση
από την παλαιότερη φυσική τρομπέτα.
Ως στρατιωτικό μουσικό όργανο εισήχθη στην ορχήστρα στις αρχές του 17ου αιώνα, όμως
περισσότερο γνωστή έγινε στη διάρκεια του 19ου αιώνα. Έχει διαπεραστική και λαμπερή
τονική χροιά και μεγάλες τεχνικές δυνατότητες. Η ανάπτυξη της δεξιοτεχνίας στον χειρισ-
μό της έχει κάνει πολλούς συνθέτες να τη χρησιμοποιήσουν ως μελωδικό όργανο ίδιας
ευκινησίας με τα ξύλινα πνευστά και έτσι η τρομπέτα θεωρείται σήμερα δημοφιλέστατο
όργανο ορχήστρας και συγκροτήματος, ιδίως στην παραδοσιακή μουσική της Μακεδονίας
και της Λαμίας , καθώς και τη μουσική τζαζ και σκα (μουσικό είδος που γεννήθηκε στη
Τζαμάικα ).
Πηγή : Βικιπαίδεια
που ανήκει στην οικογένεια των χάλκινων πνευστών.
Στην αρχική μορφή της, ως σάλπιγγα, από τους αρχαίους Έλληνες, ήταν γνωστή στους
Αιγυπτίους, στους Εβραίους και τους Ρωμαίους, φτιαγμένη αρχικά από ξύλο, αργότερα
από μέταλλο (μπρούντζο, ασήμι) και τέλος (όπως και σήμερα) από χαλκό. Αποτελούνταν
από ένα μακρύ σωλήνα σε διάφορα μήκη που από το τέλος του 1ου μ.Χ. αιώνα και μετά
φάρδυνε, καταλήγοντας σε μια μετρίου μεγέθους καμπάνα.
Καθώς παρέμενε η αδυναμία του οργάνου να παράγει όλες τις νότες της κλίμακας, από
τα τέλη του 18ου αιώνα επιχειρήθηκε η εισαγωγή μηχανισμού που θα βοηθούσε στην
παραγωγή όλων των φθόγγων. Στις αρχές του 19ου αιώνα εισήχθησαν τα έμβολα, στην
αρχή δύο, έπειτα τρία και τέσσερα, που επέτρεψαν την εκτέλεση όλων των χρωματικών
ήχων μιας κλίμακας. Από εκεί και ύστερα, ονομάζεται τρομπέτα με έμβολα, σε διάκριση
από την παλαιότερη φυσική τρομπέτα.
Ως στρατιωτικό μουσικό όργανο εισήχθη στην ορχήστρα στις αρχές του 17ου αιώνα, όμως
περισσότερο γνωστή έγινε στη διάρκεια του 19ου αιώνα. Έχει διαπεραστική και λαμπερή
τονική χροιά και μεγάλες τεχνικές δυνατότητες. Η ανάπτυξη της δεξιοτεχνίας στον χειρισ-
μό της έχει κάνει πολλούς συνθέτες να τη χρησιμοποιήσουν ως μελωδικό όργανο ίδιας
ευκινησίας με τα ξύλινα πνευστά και έτσι η τρομπέτα θεωρείται σήμερα δημοφιλέστατο
όργανο ορχήστρας και συγκροτήματος, ιδίως στην παραδοσιακή μουσική της Μακεδονίας
και της Λαμίας , καθώς και τη μουσική τζαζ και σκα (μουσικό είδος που γεννήθηκε στη
Τζαμάικα ).
Πηγή : Βικιπαίδεια
Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2020
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)