Γιατί εμείς δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε αδερφέ μου απ’ τον κόσμο... Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο. (Γιάννης Ρίτσος)

Κυριακή 15 Απριλίου 2018

Μαρίκα Νίνου (1918 - 1957)...

Η Μαρίκα Νίνου θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες γυναικείες φωνές που πέρασαν από 
το Ελληνικό τραγούδι. 
Γεννήθηκε το 1918 στον Καύκασο. Ήταν Αρμενικής καταγωγής και το πραγματικό της 
όνομα ήταν Ευαγγελία Αταμιάν. 
Στην Ελλάδα με την οικογένειά της εγκαταστάθηκαν στην Κοκκινιά. Στα 7 της η Ευαγγε-
λία  γράφτηκε στο Αρμένικο σχολείο του Αρμενικού Κυανού Σταυρού «Ζαβαριάν». 
Μάλιστα, ο δάσκαλός της την προέτρεψε να μάθει μαντολίνο, το οποίο έκανε, και τελικά 
συμμετείχε στην ορχήστρα του σχολείου. Τα φωνητικά της προσόντα φαίνεται ότι τα έδειξε 
πολύ μικρή, αφού από μαθήτρια του δημοτικού ακόμη την καλούσαν στην Aρμένικη εκκλη-
σία Άγιος Ιάκωβος στην Κοκκινιά για να ψάλει στις ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας.

Το 1939 παντρεύτηκε τον συμπατριώτη της Χάικ Μεσροπιάν, ο οποίος ήταν κλειδαράς 
κι είχε ένα μαγαζάκι στην Κοκκινιά. Το 1940 γεννήθηκε ο γιος τους, ο Οβανές, αλλά το 
ζευγάρι χώρισε και το 1946 ο Μεσροπιάν έφυγε για την Αρμενία.
Ήδη όμως το 1944, και μετά το χωρισμό της, η Νίνου είχε γνωρίσει τον ακροβάτη και θια-
σάρχη Νίκο (Νίνο) Νικολαΐδη. Στην αρχή η Μαρίκα δούλευε στο ταμείο, αλλά στη συνέχεια 
έγιναν με τον Νίνο καλλιτεχνικό ζευγάρι ακροβατικών με το όνομα Ντούο Νίνο και έκαναν 
περιοδείες. Αργότερα παντρεύτηκαν και έγινε Ευαγγελία Νικολαΐδου. Το όνομα Μαρίκα 
της το κόλλησε η μάνα του Νίνο, μία θεατρίνα, γιατί παρέπεμπε στη Μαρίκα Κοτοπούλη. 
Το επίθετο Νίνου ήρθε από τον Νίνο τον ακροβάτη και, έτσι, η Ευαγγελία Αταμιάν έγινε 
Μαρίκα Νίνου. Το 1947 μπήκε στο σχήμα κι ο γιος της, ο Οβανές, οπότε μετονομάστηκε 
σε Δυόμισι Νίνο. Στις παραστάσεις τους, η Μαρίκα έλεγε και κανένα λαϊκό τραγούδι.

Τον Οκτώβρη του 1948, ο Στελλάκης Περπινιάδης την πήρε κοντά του για τραγουδίστρια 
στο κέντρο «Φλόριντα» της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, όπου και της έμαθε τα μυστικά του 
τραγουδιού. 
Η συνεργασία της με τον Βασίλη Τσιτσάνη το 1949 στο κέντρο «Τζίμης ο Χοντρός» υπήρξε 
καθοριστική στη ζωή και των δύο. Τα επόμενα χρόνια συνεργάστηκε στο πάλκο και στη 
δισκογραφία με πλήθος σημαντικών λαϊκών συνθετών, όπως ο Μανώλης Χιώτης, ο Γιάννης 
Παπαϊωάννου, ο Γιώργος Μητσάκης, ο Απόστολος Καλδάρας κ.α.
Η μακροβιότερη, όμως, και πιο παραγωγική συνεργασία της ήταν αυτή με τον Τσιτσάνη. 
Υπήρξε η μούσα, που τον ενέπνευσε όσο καμιά άλλη. Τον Οκτώβρη του 1951 πήγαν μαζί 
στην Κωνσταντινούπολη. Μετά το ταξίδι αυτό χώρισαν ξαφνικά και η Μαρίκα πήγε στην 
Αμερική, όπου τραγούδησε δίπλα στον Κώστα Καπλάνη επί δύο χρόνια.

Πριν πάει στην Αμερική είχε κάνει στην Αθήνα εγχείρηση καρκίνου, αλλά στην Αμερική 
παρουσίασε ραγδαία μετάσταση. Επέστρεψε αμέσως στην Ελλάδα, όπου εργάστηκε για 
λίγο με φοβερούς πόνους. Πέθανε, σε ηλικία μόλις 39 ετών, στις 23 Φλεβάρη του 1957.

Πηγές πληροφοριών : sansimera.gr/biographies - Βικιπαίδεια

The Wall...

Το "The Wall" είναι ιστορικό άλμπουμ του Αγγλικού ροκ συγκροτήματος των Pink Floyd. 
Κυκλοφόρησε ως διπλό άλμπουμ, στις 30 Νοέμβρη του 1979 και οι πωλήσεις του παγ-
κοσμίως έχουν ξεπεράσει τα 30 εκατομμύρια αντίτυπα. Περιλαμβάνει 26 τραγούδια, 
συνθέσεις του  Roger Waters, ιδρυτικού μέλους του συγκροτήματος. 

Τέλη της δεκαετίας του 1970... Ο Γιάννης Καλατζής, η Χαρούλα Αλεξίου και ο Δημήτρης Μητροπάνος σε εορταστικό πρόγραμμα στην ΕΡΤ...

Σάββατο 14 Απριλίου 2018

Γιώργος Νταλάρας... 50 χρόνια ρεμπέτικο τραγούδι...

Μουσικό άλμπουμ, το οποίο κυκλοφόρησε τον Οκτώβρη του 1975 και με το οποίο ο Γιώργος 
Νταλάρας επιχειρεί να στρέψει την προσοχή του κοινού σ’ ένα είδος που για χρόνια βρισκό-
ταν στην αφάνεια και είχε περιφρονηθεί από πολλούς για τη θεματολογία του.
Η επιτυχία είναι πρωτοφανής για εκείνη την περίοδο, αφού ο διπλός δίσκος ξεπέρασε σε 
πωλήσεις τις 300.000 αντίτυπα αποδεικνύοντας ότι ο κόσμος, και ιδιαίτερα οι νέοι άνθρω-
ποι, θέλησε να γυρίσει πίσω και να ξαναθυμηθεί ή να ανακαλύψει ένα σημαντικό κομμάτι 
της ελληνικής παράδοσης.
Ο ίδιος ο Νταλάρας κατέβαλλε μεγάλες προσπάθειες ώστε να πείσει την εταιρεία να εκδώ-
σει το δίσκο, μια και οι υπεύθυνοί της αντιμετώπιζαν με αδιαφορία αυτά τα τραγούδια και 
ίσως φοβούνταν ότι η «αλλαγή πλεύσης» του τραγουδιστή θα στοίχιζε στον εμπορικό 
τομέα. Ας μη ξεχνάμε ότι τότε εκείνος είχε συνδεθεί σχεδόν αποκλειστικά με τον Σταύρο 
Κουγιουμτζή και κατά δεύτερο λόγο με τον Μάνο Λοϊζο και τον Απόστολο Καλδάρα που 
είχε περάσει στο «έντεχνο», οπότε ήταν ρίσκο η επιλογή να τραγουδήσει ένα είδος που 
θεωρούταν ξεχασμένο και «περιθωριακό».
Εν τέλει, τίποτε από όλα αυτά δεν ίσχυσε. Λίγο πριν την κυκλοφορία του δίσκου, βγήκαν 
στην αγορά αντίστοιχοι με τα ίδια τραγούδια ερμηνευμένα από τους «πρώτους διδάξαντες»
σε αυθεντικές εκτελέσεις. Αυτό λίγο έλειψε να τινάξει τα πάντα στον αέρα, αφού ο Νταλά-
ρας απογοητεύτηκε και προς στιγμή σκέφτηκε ν’ αναβάλλει την έκδοση για είκοσι χρόνια, 
όπως είχε πει τότε στον ερευνητή και μελετητή του ρεμπέτικου τραγουδιού Κώστα Χατζη-
δουλή. Τούτο βεβαίως δεν έγινε ποτέ και ο συγκεκριμένος δίσκος έχει πλέον τη δική του 
ξεχωριστή θέση στο πάνθεον της ελληνικής δισκογραφίας.

Η ερμηνεία του τραγουδιστή είναι εξαιρετική και στα 25 «διαμάντια» της μουσικής μας, 
την ενορχηστρωτική επιμέλεια των οποίων είχε ο ίδιος συμβάλλοντας τα μέγιστα στο ν’ 
αποκτήσουν μια νέα ταυτότητα και να ακούγονται ως σύγχρονα. Σε καμία περίπτωση 
δε θυμίζουν ούτε στο ελάχιστο τις πρώτες εκτελέσεις κι αυτό είναι το μεγάλο πλεονέκτη-
μα του δίσκου. Η ορχήστρα αποτελείται από σπουδαίους μουσικούς, όπως μεταξύ 
άλλων οι Χρήστος Νικολόπουλος, Θανάσης Πολυκανδριώτης και οι Δομένικος και Στέ-
λιος Βαμβακάρης στα μπουζούκια, ο Τίτος Καλλίρης και ο Μάριος Κώστογλου στις κιθά-
ρες, ο Τάκης Σούκας στο σαντούρι, ο Θόδωρος Δερβενιώτης και ο Πάνος Ιατρού στους 
μπαγλαμάδες κ.α. Δεύτερες φωνές κάνουν οι Χάρις Αλεξίου και Πάνος Λαμπρόπουλος.

Να πούμε εδώ ότι για τον εν λόγω δίσκο ηχογραφήθηκαν κι άλλα δύο τραγούδια, που 
ωστόσο λόγω χώρου δε συμπεριλήφθηκαν: Το «Ότι κι αν πω δεν σε ξεχνώ» του Βασίλη 
Τσιτσάνη και «Τα νέα της Αλεξάνδρας» του Κώστα Γιαννίδη, τα οποία όμως βρήκαν τη 
θέση τους στο «Μουσικό κουτί» του Γιώργου Νταλάρα που κυκλοφόρησε το 1997, 
προσθέτοντας άλλες δύο σπουδαίες ερμηνείες στο ενεργητικό του καλλιτέχνη…
Ακόμη, να συμπληρώσουμε ότι στο δίσκο συναντάμε κι ένα τραγούδι που γράφτηκε το 
1973 (δηλαδή δυο χρόνια πριν την κυκλοφορία του), το «Ανεμόσκαλα θα δέσω» του Στέ-
λιου Βαμβακάρη σε στίχους του Δημήτρη Γκούτη, ενώ ο γιος του Μάρκου διασκεύασε το 
«Σαν σουρώνω» που ως «αδέσποτο» είχε ξεχαστεί μέσα στα χρόνια.

Το εσώφυλλο του δίσκου είναι αρκετά «πλούσιο», καθώς υπάρχει ειδικό ένθετο με σημεί-
ωμα του Γιώργου Νταλάρα για τους λόγους που τον οδήγησαν στο να τραγουδήσει τα 
ρεμπέτικα, αναλυτική ιστορία του κάθε τραγουδιού με αναφορά στους πρώτους ερμηνευ-
τές, καθώς και φωτογραφίες μερικών από τις μεγαλύτερες μορφές της λαϊκής και ρεμπέ-
τικης μουσικής μας.
Η παραγωγή ανήκει στον Αχιλλέα Θεοφίλου και η ηχογράφηση έγινε στα στούντιο της 
Columbia με ηχολήπτη τον Στέλιο Γιαννακόπουλο και βοηθούς τους Μίμη Καννή και 
Γιώργο Τζάννες.

Τα τραγούδια του δίσκου : 

1. Γλυκοχαράζουν τα βουνά (Β. Τσιτσάνη)
2. Τι σου λέει η μάνα σου (Κ. Σκαρβέλη)
3. Του Βοτανικού ο μάγκας (Γρ. Μπιθικώτση-Λ. Τσώλη)
4. Θα κάνω ντου βρε πονηρή (Β. Τσιτσάνη)
5. Όλοι οι ρεμπέτες (Μ. Βαμβακάρη)
6. Το γράμμα (Γ. Ζαμπέτα-Γ. Μητσάκη)
7. Για την απονιά σου (Ν. Γούναρη-Ρ. Τάλμα)
8. Το χρήμα δεν το λογαριάζω (Μ. Χιώτη)
9. Ένας αλήτης πέθανε (Κ. Καπλάνη-Κ. Μάνεση)
10. Άλλα μου λεν τα μάτια σου (Θ. Δερβενιώτη-Κ. Μάνεση)
11. Τι τραβάω (Γρ. Μπιθικώτση)
12. Μπρος στο ρημαγμένο σπίτι (Β. Τσιτσάνη)
13. Ήρθε ο χειμώνας (Η παλτουδιά) (Π. Τούντα-Κ. Κοφινιώτη)
14. Ο Μανόλης (Κ. Νούρου – Ι. Δραγάτση)
15. Γιοβάν Τσαούς (Γ. Εϊζηρίδη)
16. Όμορφη Πειραιώτισσα (Κ. Καπλάνη)
17. Τα παιδιά της γειτονιάς σου (Σαν σουρώνω) (Διασκευή Στ. Βαμβακάρη)
18. Παραπονιάρικό μου (Απ. Χατζηχρήστου)
19. Πέφτεις σε λάθη (Β. Τσιτσάνη)
20. Ο Κάβουρας (Μ. Βαμβακάρη)
21. Ανεμόσκαλα θα δέσω (Στ. Βαμβακάρη-Δ. Γκούτη)
22. Το Βαρβάκειο (Πρ. Τσαουσάκη-Σ. Τσιλιβερδή)
23. Για σένα μαυρομάτα μου (Μ. Βαμβακάρη)
24. Το σχολείο (Γ. Μουφλουζέλη)
25. Ο Πίκινος (Κ. Ρούκουνα)

*Πηγή : antifonies.gr



7 και 8 Ιούνη 2018... Ο Θάνος Μικρούτσικος τραγουδά με τους φίλους του στο Θέατρο Βράχων, στο Βύρωνα...

Σαν σήμερα... 14 Απρίλη 1759, πεθαίνει ο Γκέοργκ Φρήντριχ Χαίντελ (Georg Friedrich Händel) (1685 - 1759), σπουδαίος Γερμανός συνθέτης, ο οποίος διακρίθηκε κυρίως για τα ορατόριά του...

Παρασκευή 13 Απριλίου 2018

Σόουλ μουσική (Soul music)...

Soul είναι ένα είδος δυνατής χορευτικής μουσικής, η οποία έκανε την εμφάνιση της την 
δεκαετία του 1960 στις Ηνωμένες Πολιτείες. 
Ουσιαστικά πρόκειται για μια μίξη με πολλά στοιχεία της R&B (rhythm and blues), της 
gospel, και της spirituals μουσικής, με σαφείς επιρροές και από την doo-woop. 
Πολλοί θεωρούν την soul, ως μια πιο κοσμική μορφή της gospel
Πατέρας της μουσικής αυτής θεωρείται ο Ρέι Τσαρλς, ενώ οι πιο διάσημοι εκπρόσωποι 
του είδους είναι ο Τζέιμς Μπράουν, η Αρίθα Φράνκλιν, γνωστή και ως βασίλισσα της 
soul και πιο πρόσφατα η Έιμι Γουάινχαουζ. 
Χαρακτηριστικά όργανα, τα οποία συμμετέχουν στις συνθέσεις της soul είναι τα χάλκι-
να πνευστά, με κυριότερα το σαξόφωνο και την τρομπέτα. 
Από την soul μουσική προέκυψαν πολλά άλλα, κυρίως χορευτικά, είδη με πιο σημαντικά 
την disko και την pop.

Λίνα Νικολακοπούλου... Η στιχουργός με την ανεκτίμητη προσφορά στο καλό Ελληνικό τραγούδι...

Φραντς Λιστ (Franz Liszt) (1811 - 1886)...

Ο Φραντς Λιστ  ήταν Ούγγρος ρομαντικός συνθέτης και πιανίστας. Μαζί με τον Φρεντερίκ 
Σοπέν, θεωρούνται οι σημαντικότεροι ρομαντικοί συνθέτες για πιάνο και δύο από τους 
σπουδαιότερους πιανίστες της εποχής.
Γεννήθηκε στις 22 Οκτωβρίου 1811 στο Ράιντινγκ της Ουγγαρίας, κοντά στα σύνορα με την 
Αυστρία. 
Οι γονείς του ήταν γερμανικής καταγωγής και ο συνθέτης μεγάλωσε με μητρική γλώσσα τα 
γερμανικά. Από μικρός έδειξε το ταλέντο του στο πιάνο και σύντομα η οικογένειά του μετα-
κόμισε στη Βιέννη για να λάβει συστηματική διδασκαλία. 
Εκεί πήρε μαθήματα πιάνου από τον συνθέτη Καρλ Τσέρνυ (Carl Czerny) και σύνθεσης από
 τον συνθέτη Αντόνιο Σαλιέρι. 
Το 1822 έδωσε την πρώτη του συναυλία και εντυπωσίασε το κοινό. Στη δεύτερη συναυλία 
του, το 1823, ανάμεσα στους ακροατές ήταν και ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν.
Τον Δεκέμβριο του 1823 η οικογένεια Λιστ μετακόμισε στο Παρίσι, επίκεντρο τότε της 
καλλιτεχνικής και πνευματικής ζωής. Εκεί ο Λιστ δεν μπόρεσε να σπουδάσει στο Κονσερ-
βατουάρ, γιατί δεν ήταν δυνατή η εγγραφή αλλοδαπών, αυτό όμως δεν είχε τελικά αρνη-
τικές επιπτώσεις στην εκπαίδευσή του: συνέχισε όμως να μελετά με δασκάλους ή αυτοδί-
δακτος. Παράλληλα με τις σπουδές του έκανε πολλές περιοδείες για ρεσιτάλ στη Γαλλία 
και την Αγγλία και έγινε σύντομα γνωστός και αγαπητός στα ευρωπαϊκά σαλόνια.
Στο Παρίσι γνώρισε πολλές προσωπικότητες του πνευματικού και καλλιτεχνικού χώρου, 
όπως τους Βίκτωρ Ουγκό, Λαμαρτίνο, Χάινριχ Χάινε, Βιτσέντζο Μπελίνι, Τζοακίνο Ροσίνι, 
Φρεντερίκ Σοπέν. Οι συνθέτες που θαύμαζε ήταν ο Εκτόρ Μπερλιόζ, ο Φρεντερίκ Σοπέν 
και ο Νικολό Παγκανίνι. Εκεί επίσης γνώρισε και δέχθηκε επίδραση από τις σοσιαλιστικές 
ιδέες του Σαιντ-Σιμόν και του Λαμεναί.
Το 1827, κατά τη διάρκεια μιας περιοδείας, ο πατέρας του πέθανε ξαφνικά έπειτα από 
σύντομη ασθένεια. 
Ο Λιστ έμεινε τότε χωρίς υποστήριξη και έπρεπε να φροντίσει μόνος για την συνέχιση των 
σπουδών και της καριέρας του. Άρχισε να παραδίδει μαθήματα πιάνου και μάλιστα ερω-
τεύτηκε μια μαθήτριά του, αλλά η οικογένειά της απαγόρευσε τη συνέχιση της σχέσης τους. 
Λίγο καιρό μετά ο συνθέτης πέρασε μια φάση θρησκοληψίας (για δεύτερη φορά, είχε εκδη-
λώσει και παλιότερα αυτήν την επιθυμία, αλλά το απέτρεψε ο πατέρας του). Για αρκετό 
καιρό διέκοψε τις δημόσιες εμφανίσεις και τα ίχνη του χάθηκαν. Λέγεται ότι ο ιερέας 
Λαμεναί, στενός φίλος της οικογένειας, τον βοήθησε να ξεπεράσει την κρίση.
Το 1833 στο σπίτι του Φρεντερίκ Σοπέν γνωρίστηκε με την κόμισσα Μαρί ντ΄ Αγκού, η 
οποία τον ερωτεύτηκε και εγκατέλειψε τον σύζυγό της για να τον ακολουθήσει. 
Μαζί έζησαν ως το 1844 στην Ελβετία και την Ιταλία και απέκτησαν 3 παιδιά. Εκείνη τη 
χρονιά το ζευγάρι χώρισε. Αργότερα η κόμισσα έγινε συγγραφέας με το ψευδώνυμο Daniel 
Stern.
Ως το 1847 ο Λιστ είχε αποκτήσει τεράστια φήμη ως πιανίστας. Αυτός ήταν μάλιστα που 
καθιέρωσε τον όρο "ρεσιτάλ" και σε αυτόν οφείλεται εν πολλοίς η συνήθεια να ερμηνεύον-
ται τα σολιστικά έργα χωρίς παρτιτούρα στις συναυλίες.
Είχε την ικανότητα να συναρπάζει το κοινό με το εξαιρετικά δεξιοτεχνικό και εντυπωσιακό 
παίξιμό του, όπως έκανε στο βιολί το ίνδαλμά του, ο Νικολό Παγκανίνι.

Από το 1848 ως το 1861 έζησε μόνιμα στη Βαϊμάρη (όπου είχε διοριστεί αρχιμουσικός το 
1844), μαζί με τη νέα σύντροφό του Καρολίνα Ιβανόφσκα, εν διαστάσει σύζυγο του Ρώσου 
πρίγκηπα Ζάιν-Βιτγκενστάιν. 
Καθώς από το 1847 είχε εγκαταλείψει την καριέρα του πιανίστα για να αφοσιωθεί στη 
σύνθεση, δραστηριοποιήθηκε πλέον ως αρχιμουσικός δίνοντας πολλές συναυλίες και 
παράλληλα οργάνωσε την καλλιτεχνική ζωή της πόλης και προσέφερε υποστήριξη σε 
πολλούς νέους συνθέτες, ένας από τους οποίους ήταν ο Ρίχαρντ Βάγκνερ, ο οποίος 
παντρεύτηκε την κόρη του Λιστ από την κόμισσα ντ΄ Αγκού, Κόζιμα. 
Ο Λιστ διηύθυνε τις πρώτες εκτελέσεις έργων του Βάγκνερ, όπως τα Ταγχώυζερ και 
Ιπτάμενος Ολλανδός. Άλλοι συνθέτες τους οποίους υποστήριξε ήταν οι Αλεξάντρ 
Μποροντίν,Καμίγ Σαιν-Σανς, Μπέντριχ Σμέτανα. Εκείνη την περίοδο ολοκλήρωσε και 
κάποια από τα σπουδαιότερα έργα του όπως τα δύο κοντσέρτα για πιάνο και ορχήστρα 
και τη σονάτα για πιάνο.

Το 1861 η σύντροφός του Καρολίνα πήγε στην Ιταλία για να ζητήσει από τον πάπα να 
εγκρίνει το διαζύγιό της με τον πρίγκηπα Ζάιν-Βιτγκενστάιν ώστε να παντρευτεί με τον 
συνθέτη. 
Ο Λιστ την ακολούθησε το 1862, για να εμπνευστεί και να γράψει θρησκευτική μουσική. 
Το ζευγάρι τελικά δεν παντρεύτηκε ποτέ, επειδή αρχικά το Βατικανό δεν έδινε την έγκριση 
και έπειτα επειδή μετά τον θάνατο του πρώην συζύγου της Καρολίνας η οικογένειά της είχε 
αντιρρήσεις. 
Ο συνθέτης τελικά εντάχθηκε στον ιερατικό κλάδο το 1865.
Το 1869 διορίστηκε σύμβουλος στη βασιλική αυλή της Ουγγαρίας και από τότε ζούσε 
εναλλάξ στη Ρώμη, στη Βαϊμάρη και τη Βουδαπέστη, ενώ παράλληλα έκανε περιοδίες.
Το 1873 οι Ούγγροι τον ανακήρυξαν εθνικό ήρωα και το 1876 του ανέθεσαν τη διεύθυνση 
της Μουσικής Ακαδημίας της Βουδαπέστης.
Στις 21 Ιουλίου του 1886 έκανε την τελευταία του δημόσια εμφάνιση σε συναυλία στο 
Λουξεμβούργο. Έπειτα επισκέφθηκε όπως κάθε χρόνο το Φεστιβάλ του Μπαϊρόιτ. 
Αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού και τελικά πέθανε 
λίγες μέρες μετά την άφιξή του στο Μπαϊρόιτ, στις 31 Ιουλίου.

Το έργο του είναι πλούσιο: περιλαμβάνει έργα για ορχήστρα, για πιάνο και ορχήστρα, 
χορωδιακά και έργα για σόλο πιάνο. 
Τα τελευταία είναι και τα πιο δεξιοτεχνικά, αφού ο ίδιος, με την εκπληκτική τεχνική του, 
εκμεταλλεύτηκε όλες τις δυνατότητες του οργάνου. Στα έργα του εναλλάσσονται στιγμές 
υπερβολικής δεξιοτεχνίας με στιγμές λυρισμού και ποιητικότητας και εμφανίζονται πολλές 
αρμονικές και μορφολογικές καινοτομίες.

Ενδεικτικά παραδείγματα των μορφολογικών καινοτομιών του είναι τα 2 κοντσέρτα για 
πιάνο και ορχήστρα και η σονάτα για πιάνο. Το πρώτο κοντσέρτο, σε μι ύφεση μείζονα, το 
επεξεργαζόταν από το 1830 αλλά παρουσίασε την τελική μορφή του το 1855. Δεν ακολουθεί 
την παραδοσιακή δομή του κοντσέρτου, αλλά τα μέρη του ουσιαστικά είναι ενιαία και 
επεξεργάζεται σ' αυτά το ίδιο θεματικό υλικό.
Εξαιρετικά προκλητική για την εποχή ήταν η χρήση του τρίγωνου στο τρίτο μέρος. Το δεύτερο κοντσέρτο, σε λα μείζονα, το επεξεργαζόταν στο διάστημα 1839-1861. Ούτε αυτό 
ακολουθεί την παραδοσιακή δομή. Το ίδιο συμβαίνει και με τη σονάτα για πιάνο σε σι 
μείζονα, που ολοκληρώθηκε το 1853 και παρουσιάστηκε στο κοινό το 1858. Αυτά τα έργα 
αντιμετωπίστηκαν με δυσπιστία από τους κριτικούς και μόνο τον 20ο αιώνα καθιερώθηκαν 
στο πιανιστικό ρεπερτόριο.
Σε κάποια από τα τελευταία έργα του, όπως τα "Μεφίστο Βαλς", "Μακάβριο Τσάρντας" 
και "Ατονική Μπαγκατέλλα" υπάρχουν και στοιχεία μοντερνισμού.
Μια άλλη καινοτομία του είναι η επινόηση του "συμφωνικού ποιήματος", έργου "περιγρα-
φικού" εμπνευσμένου από τη λογοτεχνία, τη ζωγραφική ή και προσωπικά βιώματα. 
Ο Λιστ συνέθεσε 13 συμφωνικά ποιήματα αλλά και σε άλλα έργα του θέλησε να αποδώσει 
εντυπώσεις και βιώματα. Το πιο χαρακτηριστικό από αυτά είναι το σύνολο έργων για πιάνο
"Χρόνια Προσκυνήματος", που διαιρείται σε τρία βιβλία: Ελβετία, Βενετία-Νάπολη και 
Ρώμη. Σε αυτά περιγράφει μουσικά τις εντυπώσεις του από την παραμονή του σε αυτά τα 
μέρη, με χαρακτηριστικούς τίτλους όπως Οι καμπάνες της Γενεύης, Τα συντριβάνια της 
Βίλα ντ' Έστε κ.α.

Σε πολλές συνθέσεις του εμπνεύστηκε από λογοτεχνικά έργα. 
Τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι οι συμφωνίες του Φάουστ, της οποίας τα τρία 
μέρη έχουν τα ονόματα "Φάουστ", "Μαργαρίτα", "Μεφιστοφελής", από τους ήρωες του 
Γκαίτε και Δάντης, που είναι εμπνευσμένη από την Κόλαση του Δάντη, του αγαπημένου 
του συγγραφέα. 
Άλλα έργα εμπνευσμένα από την ποίηση είναι οι 6 Consolations για πιάνο, σε ποίηση του 
Saint- Beuve, οι Θρησκευτικές και ποιητικές αρμονίες για πιάνο, σε ποίηση του Λαμαρ-
τίνου, τα 3 Όνειρα Αγάπης, σε στίχους των Ludwich Uhland (1787-1862) και Ferdinand 
Freiligrath (1810-1876), τα Σονέτα του Πετράρχη από τη σειρά Χρόνια Προσκυνήματος.

Ο Λιστ αγαπούσε πολύ τη μουσική των τσιγγάνων της Ουγγαρίας, τη θεωρούσε συνδε-
δεμένη με τις αναμνήσεις κάθε Ούγγρου και τις ένδοξες μνήμες της πατρίδας του και 
βάσισε πολλά έργα του σε μελωδίες από λαϊκά τραγούδια και χορούς. 
Τα πιο διάσημα απ' αυτά είναι οι 19 Ουγγρικές Ραψωδίες για πιάνο, 6 από τις οποίες 
μεταγράφηκαν αργότερα για ορχήστρα. Άλλα έργα στα οποία επεξεργάζεται υλικό από 
λαϊκά τραγούδια είναι τα : Ιστορικά Ουγγρικά Πορτραίτα, 5 Ουγγρικά Λαϊκά Τραγούδια 
για πιάνο και το Ουγγρικό εμβατήριο επίθεσης.

Πηγή : Βικιπαίδεια

Σαν σήμερα... 13 Απρίλη 2010, φεύγει από τη ζωή ο Μάνος Ξυδούς (1953 - 2010), Έλληνας μουσικός παραγωγός, συνθέτης, στιχουργός και τραγουδιστής, μέλος του συγκροτήματος "Πυξ Λαξ"...